Η διαδικασία του να ‘κλείσεις’ μια αίθουσα πολύ απλή. Στην είσοδο του κτηρίου, υπάρχει κάτι σαν ρεσεψιόν, όπου και γίνονται οι απαραίτητες συνεννοήσεις για τη διαθεσιμότητα και την πληρωμή. Το αντίτιμο που καταβάλλεται σχετίζεται με τον αριθμό των ατόμων που θα χρησιμοποιήσουν την αίθουσα και την ώρα που θα τη χρησιμοποιήσουν (οι χρεώσεις από μια ώρα και μετά - και ιδιαίτερα μετά τις 12 το βράδυ - γίνονται εξαιρετικά χαμηλές). Τα δωμάτια έχουν ένα μεγάλο καναπέ σε σχήμα Π, απέναντι από τον οποίο υπάρχει η τηλεόραση και η συσκευή του καραόκε. Πέρα από αυτά στο δωμάτιο υπάρχουν πάντα δυο ασύρματα μικρόφωνα και το τηλεκοντρόλ του καραόκε, με τη βοήθεια του οποίου επιλέγονται τα τραγούδια από τον κυριολεκτικά αχανή κατάλογο (υπήρξε ακόμη και τραγούδι της Έλενας Παπαριζου!). Εάν τα άτομα που χρησιμοποιούν την αίθουσα επιθυμούν να πιούν ή να φάνε κάτι, υπάρχει ένα κουδούνι με το οποίο ειδοποιείται ένας υπάλληλος για να πάρει παραγγελία και την οποία σερβίρει στη συνέχεια εντός της αίθουσας. Η εμπειρία του καραόκε είναι μοναδική. Τις δυο-τρεις ώρες που θα βρεθεί κάποιος κλεισμένος στο μικρόκοσμο της αίθουσας αυτής, ξεχνάει τα πάντα. Αφήνει τον εαυτό του να ξεσπάσει, να γελάσει, να φλερτάρει, να ζήσει λίγο το μύθο του μεγάλου τραγουδιστή ή να προσπαθήσει να ξεχάσει ότι τον απασχολεί, βυθισμένος μέσα σε ένα τραγούδι.
Η μαγική στιγμή του καραόκε στη Σιμπούγια με τον Bob να τραγουδάει στην Charlotte, όπως αυτή καταγράφηκε στην ταινία ΄Χαμένοι στη μετάφραση’, δίνει μια αίσθηση για το τι μπορεί να συμβεί μέσα στην μικρή αίθουσα του καραόκε. Αφήνει ΄όμως να φανεί ότι το καραόκε ίσως είναι κάτι παραπάνω από μια ακόμη γιαπωνέζικη γκατζετιά. Πάνω από όλα, είναι η αστική μετεξέλιξη της καντάδας, το δρομάκι με το παράθυρο της κοπέλας, που ζητάει και δε βρίσκει το αγόρι της πόλης...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου